Το διήμερο 30 Σεπτεμβρίου-1 Οκτωβρίου, πραγματοποιήθηκε το 1ο Συνέδριο Επαγγελματιών Μετάφρασης και Διερμηνείας που διοργανώθηκε από την Πανελλήνια Ένωση Μεταφραστών (ΠΕΜ) σε συνεργασία με το Τμήμα Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και Διερμηνείας του Ιονίου Πανεπιστημίου (ΤΞΓΜΔ). Ο ΣΜΕΔ παρακολούθησε το συνέδριο (του οποίου οι κεντρικές ομιλίες είναι πλέον διαθέσιμες εδώ), ενώ συμμετείχε με εισήγηση και σε ένα πάνελ, μαζί με εκπροσώπους άλλων ενώσεων. Ακολουθούν ορισμένες σκέψεις για τη συνολική μας εντύπωση από το συνέδριο.
Η έμφαση και το πλαίσιο του συνεδρίου ήταν η πολυδιαφημιζόμενη «επιχειρηματικότητα» (των νέων), και με δεδομένη τη μεγάλη παρουσία φοιτητών και σπουδαστών, οι νέοι συνάδελφοι κλήθηκαν να πειστούν ότι είναι επιχειρηματίες –και συνεπώς οι ίδιοι υπεύθυνοι για την επιτυχία ή την αποτυχία τους–, ενώ στην πράξη «οφείλουν» να είναι φτηνό και αναλώσιμο εργατικό δυναμικό που, ελέω της ιδιότητας του ελεύθερου επαγγελματία, επιβαρύνεται και με όλο το κόστος ασφάλισης, περίθαλψης και εκπαίδευσής του.
Το ζήτημα της πρακτικής άσκησης παρουσιάστηκε σε ξεχωριστή ενότητα με εισηγητές από το Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Μολονότι όμως δεν αμφισβητήθηκαν οι πολύ χαμηλές αμοιβές που δίνονται για την άσκηση, το απελπιστικό συμπέρασμα ήταν ότι οι φοιτητές προετοιμάζονται έτσι για την πραγματικότητα της αγοράς (χωρίς σχόλια…). Το Πανεπιστήμιο, εκ των διοργανωτών της εκδήλωσης, «προβληματίζεται» μεν, αλλά «δεν μπορεί να κάνει και πολλά» γιατί «αυτή είναι η πραγματικότητα». Μάλιστα, οι εισηγητές ανέφεραν ότι σε ερωτηματολόγιο που έχει μοιραστεί σε φοιτητές, πάνω από τους μισούς δήλωσαν ότι θα ήθελαν να κάνουν πρακτική άσκηση ακόμα και αμισθί. Προφανώς, το θέσφατο «δεν υπάρχει εναλλακτική» που διακονείται και από το ίδρυμά τους δεν τους βοηθά να διεκδικήσουν περισσότερα πράγματα. Πάντως οι θέσεις του ΣΜΕΔ πάνω στο ζήτημα ήταν ανέκαθεν και παραμένουν στους αντίποδες των παραπάνω.
Ίσως το πιο ενδιαφέρον ζήτημα που θίχτηκε στο συνέδριο ήταν η ιδέα ότι οι μεταφραστές πρέπει να πληρώνονται κανονικά για τις επαναλήψεις στις μεταφραστικές μνήμες. Σχετική με αυτό ήταν και η ιδέα της κατοχύρωσης πνευματικών δικαιωμάτων για τους μεταφραστές που χρησιμοποιούν μεταφραστικές μνήμες. Αν και δυστυχώς η σχετική συζήτηση περιορίστηκε τελικά σε μια πρόταση για κατάρτιση κάποιου είδους κώδικα δεοντολογίας για τη χρήση της τεχνολογίας, το ζήτημα παραμένει σίγουρα σοβαρό και θα έπρεπε να προωθηθεί με πρακτικούς τρόπους (όπως η συμπερίληψη των «τεχνικών» λεγόμενων μεταφραστών στη νομοθεσία περί πνευματικών δημιουργών, η εκπροσώπησή τους από οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης κ.ο.κ.). Ο ΣΜΕΔ έχει τοποθετηθεί από καιρό στο θέμα, και οι θέσεις του παραμένουν σταθερές.
Στην ενότητα που αφορούσε τις επαγγελματικές ενώσεις, το ερώτημα που επανερχόταν σταθερά ήταν γιατί οι διάφοροι σύλλογοι του κλάδου δεν δρουν από κοινού ώστε να είναι πιο αποτελεσματικοί. Εκ μέρους του ΣΜΕΔ, τονίστηκε ότι οι διαφορετικές ενώσεις εκπροσωπούν και διαφορετικά συμφέροντα. Στο τέλος της κουβέντας, και μετά από σχετικές ερωτήσεις από το κοινό, κρίθηκε ότι τα πνευματικά δικαιώματα των μεταφραστών στον χώρο των εκδόσεων και τα ιδιωτικά συμφωνητικά είναι, για παράδειγμα, ζητήματα στα οποία υπάρχει μια ελάχιστη κοινή συμφωνία ώστε να μπορεί να δρομολογηθεί κάποιου είδους κοινή δράση. Από την άλλη, η έντονη, έσωθεν και έξωθεν επιβαλλόμενη, τάση μετατροπής των επαγγελματικών ενώσεων σε οργανισμούς κατάρτισης και πιστοποίησης με τους κυρίαρχους όρους της αγοράς (και πρόσχημα την αόριστη συντεχνιακή ιδέα περί «επαγγελματοποίησης» και «ξεσκαρταρίσματος» του επαγγέλματος) ασφαλώς δεν μπορεί για τον ΣΜΕΔ να λειτουργήσει ενωτικά (βλ. ενδεικτικά τις θέσεις του ΣΜΕΔ για την πιστοποίηση).
Στο πνεύμα προώθησης των «επιχειρηματικών λύσεων» που αναφέραμε παραπάνω, στο συνέδριο παρουσιάστηκαν επίσης αναλυτικά όλα τα είδη εταιρειών που μπορούν να συστήσουν οι νέοι μεταφραστές, καθώς και οικονομικά και φορολογικά θέματα. Όπως και στην περίπτωση των «ασκούμενων» νέων συναδέλφων, έτσι κι εδώ η καταναγκαστική μετατροπή των νεότερων από εμάς σε «επιχειρηματίες» και η εξώθησή μας στη σύσταση Ιδιωτικών Κεφαλαιουχικών Εταιρειών ή/και Κοινωνικών Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων αποτελεί συσκότιση της πραγματικότητάς μας. Το να παίρνουμε ως δεδομένη την εξοντωτική ασφαλιστική και φορολογική «πραγματικότητα» που μας έχει επιβληθεί και να περιγράφουμε τον εαυτό μας με τους όρους της, εκτός από ηττοπαθές, έχει και πολύ αμφιλεγόμενη πρακτική χρησιμότητα (για τη συντριπτική πλειονότητα των συναδέλφων, και πολύ περισσότερο των νέων, η αυτομετατροπή τους σε επιχειρηματίες δεν λύνει κανένα ασφαλιστικό ή φορολογικό πρόβλημα).
Συνολικά λοιπόν, το συνέδριο παρουσίαζε το επάγγελμα αποκλειστικά με όρους αγοράς, προωθώντας την εικόνα του επαγγελματία που οφείλει να είναι καταρτισμένος (ή καταρτιζόμενος), επινοητικός, «μπίζνεσμαν» και γενικά έτοιμος να κάνει οτιδήποτε χρειάζεται στο κυνήγι της επαγγελματικής αποκατάστασης και της σταδιοδρομίας. Ειδικότερα λόγω της ειδικής απεύθυνσης του συνεδρίου στους νέους, λόγω και της συμμετοχής του ΤΞΓΜΔ στη διοργάνωση, αυτή ακριβώς η αντίληψη επιχειρήθηκε να περαστεί στους ανθρώπους που θα αποτελέσουν τους μελλοντικούς συναδέλφους μας. Αυτό το γενικό στοιχείο κρίνουμε ότι καθιστά σημαντική την παρουσία και την παρέμβαση του ΣΜΕΔ, ώστε όλοι οι συνάδελφοι, επίδοξοι, νεότεροι ή παλαιότεροι, ανεξάρτητα από το εργασιακό ή ασφαλιστικό καθεστώς τους, να έχουν υπόψη τους ότι υπάρχουν κι άλλες οπτικές. Και για να θυμηθούμε την τοποθέτηση ενός καθηγητή του Ιονίου που, στο κλείσιμο του συνεδρίου, υπερασπιζόμενος μια άλλη αντίληψη για το πανεπιστήμιο, έλεγε πως δεν γίνεται σε μια πανεπιστημιακή σχολή μετάφρασης να διδάσκουν επιχειρηματικότητα – ας συμπληρώσουμε πως ούτε σε ένα σωματείο σαν τον ΣΜΕΔ γίνεται να μαθαίνουμε και να διαδίδουμε επιχειρηματικότητα.