Σκοπός του καθορισμού κατώτατων αποδεκτών αμοιβών από τον ΣΜΕΔ στις σημερινές συνθήκες είναι να δημιουργηθούν, μέσα από το πάγιο (και όχι μόνο σημερινό) καθεστώς επισφάλειας και απορρύθμισης που χαρακτηρίζει τη δουλειά μας, νέοι τρόποι συλλογικής οργάνωσης, διεκδίκησης και περιφρούρησης των συμφερόντων μας.
Οι πιέσεις που δεχόμαστε από την αγορά και το κράτος έχουν οδηγήσει τη δουλειά μας σε οριακά επίπεδα από την άποψη τόσο της αμοιβής μας όσο και των συνεχώς αυξανόμενων πάγιων εξόδων μας. Όπως γνωρίζουμε, παρά το γεγονός ότι η ανάγκη για υπηρεσίες μετάφρασης, επιμέλειας και διόρθωσης έχει αυξηθεί, οι εργοδότες μας, είτε είναι μεταφραστικά γραφεία ή εταιρείες παραγωγής είτε εκδοτικοί οίκοι είτε οποιοσδήποτε ιδιώτης, τείνουν να υποτιμούν όλο και περισσότερο τη δουλειά μας. Ακολουθείται ένας άρρητος κανόνας αύξησης της ζήτησης με συνακόλουθη μείωση της τιμής του «προϊόντος». Βάσει αυτής της λογικής, που αντιμετωπίζει μια ειδικευμένη πνευματική εργασία σαν ένα χαρτόκουτο, για παράδειγμα, χρησιμοποιούνται πλέον και τα προγράμματα μεταφραστικών μνημών τα οποία αντιμετωπίζουν τη δουλειά μας σαν μηχανική εργασία.
Από την άλλη πλευρά, παρά τις ολοένα φθίνουσες αμοιβές που μπορούμε να διεκδικήσουμε στην αγορά, και οι οποίες έχουν οδηγήσει το εισόδημά μας σε επίπεδα κατώτερα και από τον βασικό μισθό ενός ανειδίκευτου εργάτη, το κράτος συνεχίζει να μας αντιμετωπίζει σαν επιχειρηματίες, επιβάλλοντάς μας υπέρογκες ασφαλιστικές εισφορές και φόρους. Σε αυτό ακριβώς το ασφυκτικό πλαίσιο, ο ΣΜΕΔ δρομολόγησε και προτείνει τη θέσπιση κατώτατων αποδεκτών αμοιβών για την εργασία μας. Με την επίκληση αυτών των αμοιβών αποσκοπούμε να βάλουμε ένα συλλογικό και άμεσο ανάχωμα στη συνεχή υποτίμηση της εργασίας μας, η οποία, με πρόσχημα την κρίση (αλλά και πριν από αυτή), έχει γίνει κοινή πρακτική των εργοδοτών μας (πολλοί εκ των οποίων δεν έχουν κανέναν ενδοιασμό να προκηρύσσουν επίσημους ή άτυπους μειοδοτικούς διαγωνισμούς για να «δώσουν δουλειές» σε συναδέλφους).
Οι κατώτατες αποδεκτές αμοιβές εδράζονται στην αντικειμενική παραδοχή ότι ως μεταφραστές, επιμελητές, διορθωτές, υποτιτλιστές, δεν είμαστε ούτε «συνεργάτες» ούτε «προμηθευτές» των εργοδοτών μας, όπως και οι τελευταίοι δεν είναι παρά μόνο κατ’ όνομα «πελάτες» μας. Με το σκεπτικό του καθορισμού κατώτατων αποδεκτών αμοιβών θέλουμε να αναδείξουμε το γεγονός ότι δεν πουλάμε προϊόντα, «κομμάτια» ή «πακέτα», αλλά επιτελούμε εργασία, η οποία απαιτεί χρόνο και μόχθο, ενώ την αμοιβή μας δεν την ορίζουμε εμείς, ως άλλοι έμποροι ή επιχειρηματίες, αλλά η «ελεύθερη αγορά», δηλαδή οι εργοδότες, ως «τιμή», αφού προϋπολογίσουν τα προσδοκώμενα «κέρδη» τους.
Η μετάφραση, η επιμέλεια, η διόρθωση και ο υποτιτλισμός δεν είναι χόμπι, αλλά ειδικευμένες δουλειές που οι επαγγελματίες του χώρου τις επιτελούν (συχνά υπό ασφυκτικές προθεσμίες, γεγονός που κάνει τις πραγματικές ώρες δουλειάς να ξεπερνούν κατά πολύ το μέσο 8ωρο) με ευσυνειδησία και έγνοια για την ποιότητα του τελικού αποτελέσματος. Ως εργαζόμενοι, λοιπόν, θεωρούμε λογικό –όπως είναι ήδη ο κανόνας για συναδέλφους σε πολλά μέρη του κόσμου– να κοστολογούμε τη δουλειά μας βάσει μιας ωριαίας αμοιβής που θα μας επιτρέπει να ζούμε αξιοπρεπώς από την εργασία μας. Η παραδοχή αυτή σημαίνει ότι ο καθορισμός μιας ωριαίας αμοιβής είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορεί να υπολογιστεί από τη δική μας σκοπιά, με γνώμονα δηλαδή τις συλλογικές ανάγκες των εργαζομένων στον κλάδο μας, η αξία της δουλειάς μας.
Το πρώτο βήμα για τον καθορισμό κατώτατων αποδεκτών αμοιβών ήταν η σύνταξη ενός
ερωτηματολογίου που δημοσιοποίησε στα τέλη του 2012 ο ΣΜΕΔ. Μετά από πολύμηνη διεξοδική μελέτη των αποτελεσμάτων του αναφορικά με τις πραγματικές και τις επιθυμητές αμοιβές συναδέλφων όλων των ειδικοτήτων (μεταφραστές, υποτιτλιστές, επιμελητές-διορθωτές), καταλήξαμε ότι
η ελάχιστη αποδεκτή ωριαία αμοιβή για όλες τις εργασίες των συναδέλφων είναι τα 10 ευρώ. Για τον καθορισμό του ποσού αυτού συνυπολογίσαμε όλες τις ιδιαιτερότητες της δουλειάς ενός εργαζόμενου που βαφτίζεται «ελεύθερος επαγγελματίας» και, κατά συνέπεια, α) δεν έχει μόνιμη και σταθερή εργασία, β) υποχρεούται να αυτασφαλίζεται κάτω από τους επαχθέστατους και παράλογους ισχύοντες όρους του ΟΑΕΕ, γ) φορολογείται πλέον με 26% από το πρώτο ευρώ του εισοδήματός του, δ) δεν προστατεύεται από κανενός είδους συλλογικές συμβάσεις (δεν έχει δώρα, μη μισθολογικές αποδοχές, 13ο-14ο μισθό, επιδόματα άδειας-ανεργίας, κ.ο.κ.), ενώ ε) ακόμα και όταν θεωρείται «πνευματικός δημιουργός» (όπως συμβαίνει με τους μεταφραστές βιβλίων) ουσιαστικά δεν εισπράττει ποτέ «πνευματικά δικαιώματα» για τη δουλειά του. Βάσει αυτής της ελάχιστης ωριαίας αμοιβής, αν δουλεύαμε 40 ώρες την εβδομάδα, σε ένα υποθετικό καθεστώς μόνιμης και σταθερής εργασίας, θα είχαμε ένα μικτό μηνιαίο εισόδημα 2.000 ευρώ. Αν από αυτό αφαιρεθούν οι ασφαλιστικές εισφορές, ύψους 245-605 ευρώ μηνιαίως, και ο φόρος εισοδήματος, ύψους 520 ευρώ, μας μένει ένα εισόδημα 875-1.235 ευρώ (1.055 ευρώ κατά μέσο όρο). Σημειωτέον ότι υπάρχουν συνήθως και πρόσθετες εισφορές, όπως το τέλος επιτηδεύματος (ύψους 650 ευρώ, ή περίπου 54 ευρώ μηνιαίως) που περιορίζουν ακόμα περισσότερο το παραπάνω καθαρό εισόδημα, το οποίο, τονίζουμε, ισχύει μόνο στο υποθετικό καθεστώς μιας μόνιμης και σταθερής εργασίας, και όχι βέβαια στις πραγματικές συνθήκες επισφάλειας στις οποίες εργαζόμαστε.
Το επόμενο στάδιο επεξεργασίας των αποτελεσμάτων του ερωτηματολογίου αφορούσε το παραγόμενο έργο ανά ώρα εργασίας. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του ερωτηματολογίου, μία ώρα δουλειάς αντιστοιχεί, εντελώς προσεγγιστικά, σε μία σελίδα μετάφρασης, σε δύο σελίδες επιμέλειας, σε τέσσερις σελίδες διόρθωσης (250 λέξεων) και σε 5 λεπτά υποτιτλισμού. Προφανώς ο υπολογισμός αυτός έγινε κατά μέσο όρο και πάντα με την επιφύλαξη ότι κάποια εργασία μπορεί να είναι πολύ πιο απαιτητική. Η βασική συμβολή αυτού του υπολογισμού είναι ότι μας παρέχει μια αντιστοιχία μεταξύ αμοιβής και χρόνου εργασίας. Έτσι φαίνεται επίσης πόσο χαμηλές είναι αμοιβές που θεωρούνται τρέχουσες στην αγορά, π.χ. 5 ευρώ ανά σελίδα μετάφρασης.
Αναγνωρίζοντας, ωστόσο, την πραγματικότητα της αγοράς στον κλάδο μας, θεωρήσαμε ότι είναι αναγκαίο όλο το προηγούμενο σκεπτικό και οι σχετικοί υπολογισμοί να εκφραστούν με τον καθορισμό κατ’ αποκοπή αμοιβών, ανάλογα με τη μονάδα μέτρησης που είθισται να ισχύει στις ποικίλες ειδικότητες του κλάδου μας. Η εν λόγω μετατροπή και οι κατώτατες αμοιβές που συνάγονται από αυτή έχουν δύο επιπλέον περιορισμούς: α) δεν αφορούν συναδέλφους, που δουλεύουν με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, ωράριο και καθορισμένο τόπο εργασίας· β) δεν αφορούν περιπτώσεις δημόσιων διαγωνισμών και αναθέσεων με αποδέκτες «ελεύθερους επαγγελματίες» (εταιρείες ή φυσικά πρόσωπα), όπου οι αμοιβές ορίζονται ανεξάρτητα (χωρίς δηλαδή προηγούμενη διαπραγμάτευση μεταξύ συναδέλφου και εργοδότη) από κρατικούς φορείς.
Αυτό που ονομάζουμε «πραγματικότητα της αγοράς στον κλάδο μας» ισοδυναμεί με το σύνολο των σχέσεων (ανισότητας) ανάμεσα σε μεμονωμένους συναδέλφους και εταιρείες ή ιδιώτες που συμβάλλονται μαζί τους υπό εργοδοτική ιδιότητα. Στο πλαίσιο αυτής της πραγματικότητας, δική μας βασική μέριμνα υπήρξε, όχι οτιδήποτε ισχύει ως «κανονικό», «δίκαιο» ή «ρεαλιστικό» στην αγορά, αλλά η συλλογική μας αξιοπρέπεια ως εργαζομένων και η πρόταξη των βιοτικών αναγκών μας.
Διευκρινίζουμε, τέλος, ότι «κατώτατες αποδεκτές αμοιβές» δεν θα πει σε καμία περίπτωση «συνιστώμενες» ή «επιθυμητές αμοιβές». Τα ποσά που ακολουθούν αποτελούν ένα κατώφλι ασφαλείας ώστε οι εργαζόμενοι του κλάδου μας να μπορούν να ζουν με αξιοπρέπεια από τη δουλειά τους. Ο ΣΜΕΔ δεν θα ανεχτεί καμία επίκληση των ποσών αυτών για τη δόλια περαιτέρω μείωση της αμοιβής κανενός συναδέλφου στον οποίο η πείρα, οι ειδικές γνώσεις του ή όποιοι άλλοι παράγοντες έχουν επιτρέψει να αμείβεται καλύτερα για τη δουλειά του.
Παίρνοντας ως μέσο όρο του χρόνου εργασίας ενός μεταφραστή, επιμελητή, διορθωτή ή υποτιτλιστή το ημερήσιο 8ωρο σε πενθήμερη βάση, οι κατώτατες αποδεκτές αμοιβές του ΣΜΕΔ (συμπεριλαμβανομένου του παρακρατούμενου φόρου 20%, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται ΦΠΑ 23%) διαμορφώνονται ως εξής:
Κατώτατες Αποδεκτές Αμοιβές
Μετάφραση
ανά 16σέλιδο πρωτοτύπου (προς τη μητρική γλώσσα του μεταφραστή, για βιβλία 20X15
εκ.)
|
160 €
|
Μετάφραση
ανά λέξη πρωτοτύπου (προς τη μητρική γλώσσα του μεταφραστή)
|
0,045 €
|
Υποτιτλισμός
(με χρονισμό) ανά λεπτό βίντεο (προς τη μητρική γλώσσα του υποτιτλιστή)
|
2 €
|
Επιμέλεια/διόρθωση ανά τελικό τυπογραφικό 16σέλιδο (για βιβλία
20Χ15 εκ., στη μητρική γλώσσα του επιμελητή/διορθωτή)
|
80 €
|
Επιμέλεια
ανά λέξη πρωτοτύπου (για κείμενα στη μητρική γλώσσα του επιμελητή, πλην
βιβλίων) ή μεταφράσματος (για κείμενα στη μητρική γλώσσα του επιμελητή, πλην βιβλίων)
|
0,02 €
|
Διόρθωση
ανά τελικό τυπογραφικό 16σέλιδο (για βιβλία 20Χ15 εκ., στη μητρική γλώσσα του
διορθωτή)
|
40 €
|