Όταν πληροφορηθήκαμε τη διοργάνωση μιας εκδήλωσης για την «προώθηση της Μετάφρασης στην Ελλάδα», με κοινή πρωτοβουλία τριών μεταφραστικών εταιρειών και μιας ιδιωτικής σχολής εκπαίδευσης μεταφραστών, δεν μπορέσαμε να μη σκεφτούμε το προφανές: «Μία από τα ίδια πάλι». Στα δυόμισι χρόνια ύπαρξης του Συλλόγου Μεταφραστών Επιμελητών Διορθωτών, βλέπουμε τη «Μετάφραση» να προβάλλεται απαρέγκλιτα, σε διάφορες τελετές, ως μια θεότητα που διακονείται αποκλειστικά από εταιρείες και από «επιστημονικούς φορείς» του ιδιωτικού τομέα (όπως το αλήστου μνήμης ΕΚΕΜΕΛ, του οποίου η διοίκηση είχε απορρίψει με συνοπτικές διαδικασίες αίτημα του ΣΜΕΔ να συμμετάσχει στο τελευταίο συνέδριο του Κέντρου πριν από δεκαπέντε μήνες περίπου). Φαίνεται ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχουν εργαζόμενοι μεταφραστές και οι εργοδότες τους, αλλά μόνο επιχειρηματίες και οι πελάτες τους· δεν υπάρχουν συλλογικά και συνδικαλιστικά όργανα μεταφραστών, αλλά μόνο ιδιωτικές επιστημονικές και εκπαιδευτικές οργανώσεις που κρίνουν αυτοβούλως τι είναι και τι δεν είναι Μετάφραση, ποιος είναι και ποιος δεν είναι κοινωνός της λατρείας Της. Οτιδήποτε δημόσιο και συλλογικό, από το πανεπιστήμιο μέχρι τα επαγγελματικά και συνδικαλιστικά σωματεία, εξωθείται στο περιθώριο ενός κλάδου που σχεδιάζεται να κυριαρχηθεί εξολοκλήρου από την «υγιή επιχειρηματικότητα», με αποκλειστικό γνώμονα την κερδοφορία των εταιρειών.
Αυτή η 1η Συνάντηση για τη Μετάφραση, η διοργάνωση της οποίας εντάσσεται, σύμφωνα με την εξαγγελία μίας εκ των διοργανωτριών εταιρειών, στο πλαίσιο «μιας καινούργιας πρωτοβουλίας για την ανάπτυξη της μεταφραστικής αγοράς στην Ελλάδα», έχει ως θεματική έναν φαινομενικά ελεύθερο συνειρμό: «Από την ΕΕ στην πιστοποίηση: Πτυχές του επαγγέλματος του μεταφραστή». Η σχέση Ευρωπαϊκής Ένωσης και πιστοποίησης γίνεται πιο εξηγήσιμη αν σκεφτούμε τη συντονισμένη προώθηση από την ΕΕ ενός εργαλείου πιστοποίησης μεταφραστών κατόπιν εξετάσεων επί πληρωμή, σε συμφωνία πάντα με «τις ανάγκες της αγοράς»: η κυρίαρχη ευρωπαϊκή τάση προς την ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης και την πρόσδεσή της στο άρμα της «ελεύθερης αγοράς» (με το αζημίωτο) απλώς επιβεβαιώνεται με το πρόγραμμα European Voluntary Certification for Translators (TransCert), που βρίσκεται ήδη στο στάδιο της πιλοτικής εφαρμογής και αξιολόγησης.
Υπάρχει όμως και μια άλλη, σκοτεινή όψη αυτής της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης, που δίνει άλλο νόημα στο διακηρυγμένο «άνοιγμα της αγοράς» της μετάφρασης σε πανευρωπαϊκό επίπεδο: η προβλεπόμενη υποχρέωση των συναδέλφων να πληρώνουν πλέον για να «πιστοποιηθούν», ανεξάρτητα από την επαγγελματική τους επάρκεια ή/και την επιστημονική τους κατάρτιση σε δημόσια πανεπιστημιακά τμήματα. Και όλα αυτά –ας μην το ξεχνάμε– σε συνθήκες γενικευμένης οικονομικής κρίσης, όταν συνάδελφοι, στην Ελλάδα τουλάχιστον, εργάζονται πια για ψίχουλα, μένουν για καιρό απλήρωτοι και υφίστανται άγρια εκμετάλλευση προκειμένου να περισωθεί, ει δυνατόν αμείωτη, η κερδοφορία των εταιρειών. Η αγορά της «πιστοποίησης» υπόσχεται λοιπόν «κι άλλα από τα ίδια»: ένα νέο πεδίο επιχειρηματικής κερδοφορίας με περαιτέρω όξυνση του καθημερινού ξεζουμίσματος των συναδέλφων…
…ενός ξεζουμίσματος, άλλωστε, στο οποίο επιδίδονται με συνέπεια οι εγχώριες μεταφραστικές εταιρείες, πριν και πέρα από την επικείμενη «ανάπτυξη της μεταφραστικής αγοράς στην Ελλάδα» δια της «πιστοποίησης». Εδώ και πολλούς μήνες, ο ΣΜΕΔ δεν έχει πάψει να καταγγέλλει το απαράδεκτο καθεστώς που τείνει να παγιωθεί στον κλάδο χάρη σε εταιρείες οι οποίες δεν διστάζουν να συμπιέζουν τις αμοιβές στο απροχώρητο, να αφήνουν για μήνες και χρόνια απλήρωτους συναδέλφους, να διαγωνίζονται για την προσέλκυση άμισθων εργαζόμενων μέσω ποικίλων προγραμμάτων «πρακτικής άσκησης» (ενίοτε με την αγαστή συνδρομή και του ίδιου του δημόσιου Πανεπιστημίου), ακόμα και να βάζουν ανερυθρίαστα λουκέτο όταν ολοκληρώσουν την απομύζηση τεράστιων προμηθειών και βραβευτούν (γιατί έχει γίνει κι αυτό…) για τις υπηρεσίες τους, αλλά σε κάθε περίπτωση πριν εξοφλήσουν τους συναδέλφους, «εξωτερικούς συνεργάτες» ή εσωτερικούς εργαζόμενούς τους. Όλα αυτά, βέβαια, καθόλου δεν εμποδίζουν τις εν λόγω εταιρείες να επιδεικνύουν με περηφάνια τα «πιστοποιητικά ποιότητας» (όπως το ΕΝ15038) που έχουν καθορίσει οι εργοδοτικές ενώσεις του κλάδου σε πανευρωπαϊκό επίπεδο: αναμενόμενα, η «ποιότητα» μιας εταιρείας δεν αφορά πεζά πράγματα όπως οι έγκαιρες πληρωμές, οι αξιοπρεπείς αμοιβές, η τήρηση συμβατικών υποχρεώσεων προς εργαζόμενους και «συνεργάτες», κ.ο.κ. – αρκεί οι (κακοπληρωμένοι ή και απλήρωτοι) εργαζόμενοι και «συνεργάτες» να καταθέτουν τα πτυχία και τα διπλώματά τους για να εξασφαλίζει και να διατηρεί η Μητέρα Εταιρεία την πιστοποίησή της…
Μέσα στο ζοφερό αυτό τοπίο, το τελευταίο που θα έπρεπε να απασχολεί μια αληθινή πρωτοβουλία για την προώθηση της μετάφρασης στη χώρα είναι η επέκταση των πεδίων επιχειρηματικής κερδοφορίας· το πρώτο, αντίθετα, είναι η διαφύλαξη των συμφερόντων και της ίδιας της αξιοπρέπειας των εργαζόμενων συναδέλφων, των μεταφραστών και μεταφραστριών που δεν ενδιαφέρονται να «ανοιχτούν» στην επικράτεια της επιχειρηματικής «αξιοποίησης», αλλά υποχρεώνονται να δουλεύουν σε συνθήκες ολοένα πιο αντίξοες, προσπαθώντας –και, μάλιστα, απαιτώντας– από την πλευρά τους να μην εκχωρήσουν ούτε σπιθαμή από τα δικαιώματά τους, να μην ενδώσουν στο κυρίαρχο ρεύμα της ακραίας υποτίμησης της εργασίας και της ζωής τους.
Ο Σύλλογος Μεταφραστών Επιμελητών Διορθωτών δηλώνει την παρουσία του και σε αυτή την εκδήλωση, όπως και σε κάθε άλλη εκδήλωση του κλάδου που έχει διοργανωθεί τα τελευταία χρόνια, για να ενημερώσει τους παριστάμενους για τη δράση του και για την κατάσταση στον χώρο, όπως την εισπράττουμε καθένας μόνος του και όλοι μαζί συλλογικά, από το μετερίζι της καθημερινής δουλειάς. Δηλώνουμε, σε τελευταία ανάλυση, την παρουσία μας για να υπενθυμίσουμε το αυτονόητο: δεν θα αφήσουμε τη ζωή μας να γίνει έρμαιο πρωτοβουλιών ερήμην μας. Ούτε σήμερα ούτε ποτέ.